//]]>

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2020

Η καλλιέργεια της στέβιας


 


Η Στέβια (Stevia rebaudiana) είναι είδος φυτού με προέλευση τη Βραζιλία και την Παραγουάη συγγενεύει με διάφορα βότανα και άνθη, όπως το χαμομήλι, το εστραγκόν, το αντίδι, το μαρούλι, τη μαργαρίτα, τον ηλίανθο και τα χρυσάνθεμα. 


Περιέχει μια ουσία η οποία ονομάζεται στεβιόζη ή στεβιόλη η οποία έχει μεγαλύτερη γλυκαντική δύναμη από την ζάχαρη. 


Χρησιμοποιείται σε αρκετές χώρες ως εναλλακτική γλυκαντική ουσία από τη ζάχαρη όπως και στην χώρα μας.

 

Η γλυκιά γεύση των φύλλων της είναι γνωστή εδώ και αιώνες στους αυτόχθονες της Ν. Αμερικής που τη χρησιμοποιούν ως φυσικό γλυκαντικό. Τα τελευταία χρόνια το φυτό στέβια και τα γλυκαντικά που προέρχονται από τα φύλλα του τράβηξαν την προσοχή εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης σε τρόφιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη και θερμίδες. Τα φύλλα του φυτού και τα γλυκαντικά
που προέρχονται από αυτό έχουν πολλαπλάσια γλυκύτητα από τη ζάχαρη, δεν αποδίδουν ενέργεια (θερμίδες) και δεν περιέχουν υδατάνθρακες.

 

Εδαφοκλιματικές συνθήκες που προτιμά η στέβια

 

Η ανάπτυξη των φυτών της στέβιας επηρεάζεται από τις συνθήκες                   του περιβάλλοντος, κυρίως από την διάρκεια ημέρας (ηλιοφάνεια), την φωτο–περιοδικότητα, την θερμοκρασία, τον άνεμο, το νερό και το έδαφος. Το ιδανικό κλίμα για την καλλιέργεια της στέβιας, είναι το ημι-υγρό των υποτροπικών περιοχών, με θερμοκρασίες 6-43ο C(μέση θερμοκρασία 23ο C). Η άριστη θερμοκρασία για την ανάπτυξη της στέβιας ευρίσκεται μεταξύ 15-30ο C. Σύμφωνα με ορισμένους συγγραφείς η διαφορά της θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και της νύχτας είναι ένας καθοριστικός παράγοντας για την παραγωγή της στέβιας. Η ανάπτυξη της στέβιας ευνοείται όταν η μέγιστη ημερήσια θερμοκρασία δεν ξεπερνά τους 40ο C, ενώ η ελάχιστη κατά την νύχτα δεν πέφτει κάτω από τους 10ο C. Οι παραθαλάσσιες περιοχές της Ν. Κρήτης είναι ευνοϊκές για την ανάπτυξη της στέβιας. Η στέβια είναι πολύ ευαίσθητη όσον αφορά στον παράγοντα, διάρκεια της ημέρας. Απαιτεί 12-16 ώρες ηλιακό φως. Η αύξηση της διάρκειας της ημέρας μέχρι τις 16 ώρες, που συνοδεύεται από μία αυξημένη φωτεινότητα παρουσιάζει αυξημένη βλάστηση και μία αυξημένη περιεκτικότητα σε στεβιοζίδια στα φύλλα της. Τα εδάφη του περιοχών καταγωγής της στέβιας, γενικά, είναι μικρής γονιμότητας, είναι όξινα και αμμώδη. Το ρΗ είναι 4-5 το δε ποσοστό της οργανικής ουσίας είναι χαμηλό, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο υπεδάφιος υδατικός ορίζοντας είναι επιφανειακός. Η στέβια μπορεί να καλλιεργηθεί σε μία ποικιλία εδαφών τα οποία τροφοδοτούνται κανονικά με νερό και τα οποία στραγγίζουν επαρκώς. Το ρΗ που είναι ευνοϊκό είναι 5-7. Πρέπει να αποφεύγονται τα αλατούχα εδάφη και τα ισχυρά αλκαλικά, επειδή η στέβια δεν ανέχεται τα εδάφη αυτά. Το νερό της αρδεύσεως της στέβιας δεν πρέπει να ξεπερνά τα 2-4mmhos/cm όσον αφορά την αλατότητα. Τα ερυθρά και καλά εφοδιασμένα εδάφη σε άμμο και πηλό (αμμο-πηλώδη) είναι τα καταλληλότερα, ενώ επίσης πρέπει να είναι καλά εφοδιασμένα σε οργανική ουσία.

 

Πολλαπλασιασμός

 

Σε άγρια μορφή η στέβια πολλαπλασιάζεται με τους σπόρους αλλά και με τις ρίζες που βγάζουν οι βλαστοί της που ακουμπούν στο έδαφος, αλλά και από αναβλαστήσεις του φυτού. Η βλάστηση των σπόρων της στέβιας έχει μικρό ποσοστό επιτυχίας, κυρίως λόγω της μικρής βλαστικότητας των σπόρων της. Μερικοί γονότυποι δίνουν σπόρους που δεν έχουν καθόλου βλαστικότητα λόγω του ότι δεν υπάρχει συμβατότητα κατά την γονιμοποίηση. Στην καλλιέργεια η στέβια μπορεί να πολλαπλασιαστεί με σπόρους, αλλά και αγενώς με μοσχεύματα ή με ιστοκαλλιέργεια. Η πιο οικονομική παραμένει η μέθοδος των σπόρων και της μεταφύτευσης των φυτών.

Πολλαπλασιασμός με σπόρους: Η βλάστηση των σπόρων αποτελεί ένα πρόβλημα της στέβιας. Το ποσοστό φυτρώματος των σπόρων της είναι πολύ χαμηλό και συχνά είναι μικρότερο από το 50%, λόγω κυρίως της ασυμβατότητας της γύρεως με τα ωάρια. Γενικά οι γόνιμοι σπόροι έχουν μαύρο χρώμα, ενώ οι άγονοι έχουν ανοικτό χρώμα. Η μεταφύτευση γίνεται 6-8 εβδομάδες μετά το φύτρωμα. Το φύτρωμα των σπόρων απαιτεί τουλάχιστον μία θερμοκρασία 20οC, με άριστη τους 25ο C.

Πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα: Λόγω του προβλήματος που έχουν οι σπόροι της στέβιας για να φυτρώσουν, ο πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα είναι η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη μέθοδος, παρά το αυξημένο κόστος που έχει. Η μέθοδος αυτή μας επιτρέπει να επιτυγχάνουμε φυτά ομοιόμορφα όμοια με εκείνα των μητρικών φυτών. Γενικά τα μοσχεύματα της στέβιας ριζοβολούν εύκολα. Το μέγεθος των μοσχευμάτων (αριθμός φύλλων) και η διάρκεια της ημέρας επηρεάζουν επίσης την ριζοβολία και την ανάπτυξη των μοσχευμάτων.

Μικροπολλαπλασιασμός με μοσχεύματα: Μπορούν να χρησιμοποιηθούν πολλά μέρη του φυτού με επιτυχία με την μέθοδο αυτή. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν, φύλλα, βλαστοί, ρίζες, ιστοί από τους κόμβους, κλπ. Οι τεχνικές του μικροπολλαπλασιασμού όπως και τα θρεπτικά υλικά είναι πάρα πολλά, αλλά εκείνο που χρησιμοποιείται συχνότερα είναι το θρεπτικό υλικό του Murashige & Skoog, το οποίο συμπληρώνεται με διάφορες ορμόνες αναπτύξεως (ΑΙΑ, ΑΙΒ, ΑΝΑ) ώστε να επιταχυνθεί η ριζοβολία και η ανάπτυξη των βλαστών. Η Ιαπωνία είναι η χώρα που έχει προοδεύσει πολύ στον τομέα αυτό.

Η σπορά της στέβιας εξαρτάται από τις κλιματικές συνθήκες, το φύτρωμα και την ανάπτυξη των νεαρών φυταρίων. Η καλύτερη περίοδος της σποράς είναι στις αρχές της Ανοίξεως και η μεταφύτευση 6-8 εβδομάδες αργότερα. Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο πρέπει να αποφεύγονται λόγω των υψηλών θερμοκρασιών του θέρους και της πιθανής έλλειψης νερού, ενώ το φθινόπωρο λόγω πτώσεως των θερμοκρασιών μειώνεται το ποσοστό φυτρώματος των σπόρων.

 

Λίπανση

 

Οι απαιτήσεις σε θρεπτικά στοιχεία της στέβιας είναι χαμηλές έως μέτριες, άλλωστε στο φυσικό της περιβάλλον φύεται σε πτωχά εδάφη. Σε κανονικές καλλιέργειες όπου επιζητείται η παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων φύλλων, επιβάλλεται η χορήγηση θρεπτικών στοιχείων και κυρίως (Ν), (Ρ) και (Κ). Οι ανάγκες σε Ν.Ρ, και Κ διαφέρουν ανάλογα με τις εδαφοκλιματικές συνθήκες που επικρατούν. Κατά το στάδιο της μέγιστης συγκέντρωσης ξηρής ουσίας του φυτού, η σύνθεση της στέβιας είναι:

 

(Άζωτο: 1,4%, Φωσφόρος: 0,3%, Κάλιο : 2,4%)

 

Η παραγωγή ενός τόνου ξηρών φύλλων απαιτεί:

 

(6,46 kg/στρ άζωτο, 0,76 kg/στρ φωσφόρο, 5,61 kg/στρ κάλιο)

 

Στο Μαρόκο μόνο με την χορήγηση 6000 kg/στρ κοπριάς, κατά την περίοδο της μεταφύτευσης σε ένα έδαφος μέσης συστάσεως, και σχετικά πλούσιου σε οργανική ουσία (2,2%) η καλλιέργεια της στέβιας έδωσε μία παραγωγή 193,8 kg/στρ ξηρής ουσίας κατά την περίοδο της ωρίμανσης των σπόρων κατά την πρώτη κοπή των φύλλων. Το 50% από αυτή αφορά τα φύλλα (96,8 kg/στρ).

 

Επίσης απεδείχθη ότι υπάρχει μεγάλη συσχέτιση των θρεπτικών στοιχείων και της συγκέντρωσης στεβιοσίνης στα φύλλα.

Άρδευση

Άρδευση

 

Η στέβια είναι φυτό πολύ απαιτητικό σε νερό, ενώ η αντοχή της στο υδατικό στρες είναι πολύ μικρή. Στο φυσικό της περιβάλλον, όπου το κλίμα είναι υγρό τροπικό με μέσο ύψος βροχοπτώσεων 1500mm φύεται σε περιοχές υγρές που όμως στραγγίζουν. Σε τέτοιες περιοχές δεν απαιτείται άρδευση.

 

Έλεγχος των ζιζανίων

 

Η στέβια έχει ευαισθησία στον ανταγωνισμό της με τα ζιζάνια κατά την διάρκεια του βλαστικού της κύκλου, λόγω της αρχικής μικρής ανάπτυξης των φυταρίων της στέβιας. Ο έλεγχος των ζιζανίων μπορεί να γίνει μηχανικά, με τα χέρια ή με την εδαφοκάλυψη. Η εδαφοκάλυψη μειώνει το φύτρωμα των σπόρων των ζιζανίων και επιπλέον μειώνει τις απώλειες σε υγρασία από το έδαφος. Η μέθοδος αυτή όμως δυσκολεύει την μεταφύτευση και εμποδίζει την ανάπτυξη νέων βλαστών από την βάση των φυτών. Η προσφυγή στα ζιζανιοκτόνα καλό είναι να αποφεύγεται για να διατηρηθεί η καλή ποιότητα των φύλλων να προστατευθεί το περιβάλλον και η υγεία των καταναλωτών.

 

Η χρησιμοποίηση ισχυρής πυκνότητας φυτεύσεως είναι μία στρατηγική ελέγχου των ζιζανίων.

 

Ασθένειες και εχθροί

 

Οι ασθένειες δεν αποτελούν μεγάλο πρόβλημα για την στέβια αν και παρατηρούνται μερικές ασθένειες λόγω τη υγρασία που επικρατεί στο περιβάλλον που καλλιεργείται.Τα νεαρά φυτάρια είναι πιο ανθεκτικά από τα μεγαλύτερης ηλικίας. Οι κυριότερες ασθένειες που παρατηρούνται στην καλλιέργεια της στέβιας είναι:

 

Rhizoctonia solani, Sclerotinia rolfsii, Sclerotinia sclerotiorum,Sclerotinia delphinii, Alternaria steviae, Septoria steviae, Botrytiscinerea, Fusarium spp, Erysiphe cichoracearum, Phytopthoraspp.

 

Για να προστατευθεί το περιβάλλον αλλά και η υγεία των καταναλωτών η βιολογική καταπολέμηση με φυτικά προϊόντα είναι η καλύτερη μέθοδος ελέγχου των ασθενειών.

 

Οι εχθροί της στέβιας δεν προκαλούν μεγάλες ζημιές από οικονομικής απόψεως. Τα νεαρά φυτά μπορεί να ζημιωθούν από μερικά έντομα, όπως είναι οι αφίδες, σαλιγκάρια, μυρμήγκια, κολεόπτερα, νηματώδεις κλπ.

 

Μεταποίηση

 

Ο παραδοσιακός τρόπος χρησιμοποίησης των φύλλων της στέβιας από τους ινδιάνους της Παραγουάης συνίσταται στην αποξήρανση τους και της χρησιμοποιήσεως τους σαν γλυκαντικής ουσίας του τσαγιού ή σαν φαρμακευτικό ή για μάσημα. Τα ξηρά φύλλα χρησιμοποιούνται ολόκληρα ή σαν σκόνη στα φαγητά, δίνοντας ένα πράσινο κυρίως στα ποτά ή και μία δυσάρεστη οσμή. Η οσμή αυτή οφείλεται σε άλλες ουσίες που υπάρχουν στα φύλλα της στέβιας και όχι στα γλυκοσίδια. Η οσμή αυτή μπορεί να απομακρυνθεί με την κατάλληλη μεταποίηση των φύλλων.

 

ΟΙ υδατικές γλυκαντικές ουσίες της στέβιας λαμβάνονται με βράσιμο των ξηρών φύλλων στο νερό, την ψύξη τους το φιλτράρισμα. Ο τρόπος αυτός είναι ο καλύτερος για την χρησιμοποίηση τους σε ποτά και τρόφιμα.Οι περισσότερες μεταποιητικές βιομηχανίες των φύλλων της στέβιας ευρίσκονται στην Ιαπωνία όπου χρησιμοποιείται μία δωδεκάδα από ειδικές μεθόδους για την εξαγωγή των στεβιογλυκοσινών.

 

Οι μέθοδοι αυτοί χρησιμοποιούν (4) φάσεις:

 

-Διάλυση των γλυκαντικών ουσιών στο νερό ή σε άλλο διαλύτη

-Διαχωρισμό με χρησιμοποίηση της μεθόδου της ανταλλαγής ιόντων

-Φιλτράρισμα

-Κρυστάλλωση και αποξήρανση

 

Πλεονεκτήματα

-Η στεβιοσίδη της στέβια βοηθάει στην εξόντωση των καρκινικών κυττάρων και μειώνει τα επίπεδα φλεγμονής στο σώμα, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε καρκίνο. Μελέτη του 2012 στο περιοδικό Nutrition and Cancer έδειξε ότι η εξάπλωση του καρκίνου του μαστού ελαχιστοποιήθηκε μέσω της τακτικής κατανάλωσης στέβια.

-Όσοι ακολουθούν κετογονική και δίαιτα paleo, επιλέγουν στέβια αντί ζάχαρης για να αποφύγουν τους υδατάνθρακες.

-Η πρόσληψη σακχάρων και θερμίδων μειώνεται σημαντικά μέσω της αντικατάστασης της ζάχαρης με στέβια, γεγονός που συμβάλλει στην πρόληψη της παχυσαρκίας και του διαβήτη τύπου 2.

-Τέλος, συμβάλλει στην αύξηση της καλής και τη μείωση της κακής χοληστερόλης.

 

Μειονεκτήματα

Μελέτη έδειξε ότι η στέβια μπορεί να επηρεάζει την αποτελεσματικότητα φαρμάκων για την ινσουλίνη, τη χοληστερίνη, τη γονιμότητα, τον καρκίνο και διάφορες ιώσεις. Έχει βρεθεί επίσης ότι όσοι δεν καταναλώνουν σακχαρόζη, αντισταθμίζουν την πρόσληψη θερμίδων μέσω της κατανάλωσης μεγαλύτερων ποσοτήτων τροφής.

 

Ωστόσο θα έχουμε στην Ελλάδα το πρώτο εργοστάσιο εκχύλισης στέβιας στην ευρύτερη περιοχή της Λαμίας. Η λειτουργία του εργοστασίου αναμένεται να ξεκινήσει έως το 2023 ενώ η πλήρης ολοκλήρωσή του έως και το 2025. Προβλέπεται ότι θα είναι πλήρως στελεχωμένο με τμήματα: Έρευνας και Ανάπτυξης, Παραγωγής, Ποιοτικού Ελέγχου, Οικονομικό & Εμπορικό Τμήμα και τμήμα Διοίκησης. Αυτό, θα έχει ως αποτέλεσμα και τη δημιουργία πολλών θέσεων εργασίας με τη δυναμική να ανακοινώνεται με την ολοκλήρωση της μελέτης σκοπιμότητας.

 

Πού μπορεί να χρησιμοποιηθεί η στέβια;

Γλυκαντικές ύλες όπως η στέβια περιέχονται σε μια τεράστια ποικιλία τροφίμων και ποτών όπως

 

τα παγωτά, τα γιαούρτια, τα αναψυκτικά διαίτης, τους διάφορους χυμούς, τα αρτοσκευάσματα, τα γλυκά, τα επιδόρπια, της σοκολάτες, τα ζελέ, τις σάλτσες, τις τσίχλες καθώς και σε επιτραπέζια γλυκαντικά που χρησιμοποιούμε στον καφέ ή στο τσάι μας.

 

Αρκετές έρευνες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα φυσικά γλυκαντικά δεν είναι πάντοτε ευεργετικά για την απώλεια βάρους, καθώς αρκετά ανοίγουν την όρεξη.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου